Ο καύσωνας, τα αυτονόητα και τα αδιανόητα

Γράφει ο Στέλιος Μερμίγκης




Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που υπήρχαν πριν τις καταργήσουν τα μνημόνια προέβλεπαν ότι όταν η θερμοκρασία ξεπερνούσε τους 38 βαθμούς, οι εργασίες τουλάχιστον γι’ αυτούς που ασχολούνται με οικοδομικές δραστηριότητες διακόπτονταν.
Κάμα, ζέστη, καύσωνας, είναι μερικές από τις δημοφιλείς λέξεις σε όσους κατοικούμε σ’ αυτή τη γωνιά της Δυτικής Ελλάδας. Είναι απίθανο να περάσει καλοκαίρι και να μη νιώσουμε στο πετσί μας έστω κι ένα τέτοιο θερμό κύμα. Η πρόσβαση τα τελευταία χρόνια στα διάφορα μετεωρολογικά σάιτ δίνει τη δυνατότητα σε όλους μας να μπορούμε να βλέπουμε τις προγνώσεις και να σιχτιρίζουμε τη μοίρα μας στον ερχομό ενός καύσωνα. Μόνο που γκρινιάζουμε και όσοι έχουμε εξασφαλίσει συνθήκες εργασίας και διαμονής σε χώρους με κλιματιστικά, κάτι που πριν από 30 χρόνια ήταν άγνωστο για την πλειονότητα των κατοίκων. Εξ ου και οι εκατοντάδες νεκροί στον καύσωνα του 1987. Ο κλιματισμός βλέπετε τότε ήταν πολυτέλεια και αφορούσε ελάχιστους προνομιούχους.
Η καθημερινή μου διαδρομή από και προς το νοσοκομείο Αγρινίου, η οποία τον τελευταίο καιρό γίνεται με τα πόδια, αλλά λόγω ζέστης την κάνω τώρα μηχανοκίνητα, με βρίσκει μπροστά στους εργάτες μιας εργολαβίας της περιφέρειας που φτιάχνουν την πολύπαθη είσοδο της πόλης μας. Οι άνθρωποι αυτοί είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν κάτω από αντίξοες συνθήκες, προκειμένου να πάνε ένα μεροκάματο στο σπιτικό τους.
Τι να σκέφτονται όλοι αυτοί και άλλοι τόσοι που αναγκαστικά εργάζονται κάτω από τέτοιες συνθήκες; Πώς αντέχουν; Τι υπομονή κάνουν; Τόσο τρελό είναι να απαγορεύεται η εργασία σε τέτοιες συνθήκες; Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που υπήρχαν πριν τις καταργήσουν τα μνημόνια προέβλεπαν ότι όταν η θερμοκρασία ξεπερνούσε τους 38 βαθμούς, οι εργασίες τουλάχιστον γι’ αυτούς που ασχολούνται με οικοδομικές δραστηριότητες διακόπτονταν.
Ολα αυτά λοιπόν, τα περί κατάλληλων συνθηκών εργασίας για όλους τους ανεπάγγελτους, ανέμελους, άριστους, κυβερνώντες, φαντάζουν αφύσικα, παράταιρα, άκαιρα και όφειλαν να καταργηθούν. Ετσι, η μόνη επί της ουσίας υποχρέωση που προβλέπεται πια από τους νόμους τους, μιας και έχουμε ατομικές συμβάσεις εργασίας, είναι η παροχή από τη μεριά του εργοδότη ενός καπέλου και άφθονου νερού.
Η ζωή λοιπόν στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα συνεχίζεται, αλλά με τι όρους και σε ποιες συνθήκες για όλους αυτούς τους εργαζόμενους; Πώς μπορούμε να τα αποδεχόμαστε σήμερα όλα αυτά σαν κάτι το αυτονόητο και φυσιολογικό; Τι μας εμποδίζει να τα αλλάξουμε βελτιώνοντας τις ζωές μας;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το ιδιωτικό και το δημόσιο

Ο τόπος μου;

Οι μεγάλες αλλαγές έρχονται πάντα από τα κάτω