Η μάχη της Γουριτσας



10 Ιουλίου 1943

Κείμενο: Λ. Τηλιγαδας*

Στις 7 Ιουλίου 1943 έφθασε από την οργάνωση του ΕΑΜ Αγρινίου στο αρχηγείο του 2ου Τάγματος του 2/39 συντάγματος του ΕΛΑΣ (Τριχωνίδας), που είχε την έδρα του στον Άγιο Βλάση το παρακάτω σήμα: «Πληροφορία εξακριβωμένη: εντός των ημερών τμήμα του κατοχικού στρατού θα μεταβεί στο Θέρμο για εγκατάσταση στρατιωτικής βάσεως. Παρακαλούμε όπως καταβληθεί κάθε προσπάθεια για ματαίωσή της».[1] Η «διαρροή» αυτή προερχόταν από τη διερμηνέα των Γερμανών στο Αγρίνιο, Μαρία Δημάδη.
Έπρεπε πάση θυσία λοιπόν, τα σχέδια των κατακτητών να αποτραπούν, γιατί η εγκατάσταση των Γερμανών στο Θέρμο θα σήμαινε την αποκοπή του Γενικού Αρχηγείου του ΕΛΑΣ του νομού Αιτωλοκαρνανίας, το οποίο βρισκόταν στο Δρυμώνα, από τις βάσεις ανεφοδιασμού, που κατά κύριο λόγο ήταν τα πλούσια καμποχώρια του Αγρινίου και το γερμανοκρατούμενο Θέρμο θα έμπαινε σφήνα στην καρδιά των ανταρτών της περιοχής, κόβοντας στη μέση την ορεινή Τριχωνίδα και δημιουργώντας σημαντικό πρόβλημα στη συνοχή των αντάρτικων ομάδων του Παναιτωλικού με αυτών της Μακρυνείας και της Ναυπάκτου.

Το 2ο Τάγμα του 2/39 Συντάγματος του ΕΛΑΣ, που εκείνη την εποχή, όπως προαναφέραμε βρισκόταν στρατοπεδευμένο στον Άγιο Βλάση, είχε στη διοίκηση των τμημάτων του τους καπεταναίους, Βασίλη Σκιαδά (Καπετάν Επαμεινώντα), Θ. Αλεφάντη (Καπετάν Θρύλο), Θανάση Ζήκο (Καπετάν Ακρίτα), Αντώνη Παπαϊωάννου (Καπετάν Δία), Απ. Τσιαπούρη (Καπετάν Βάκχο), Θωμά Μποκώρο (Καπετάν Μίλιο), Πάνο Παπουτσή (Καπετάν Σφίκα), Βασίλη Νικολακόπουλο (Καπετάν Βράχο), Κώστα Σταυρόπουλο (Καπετάν Κλεομένη), Γιάννη Κωστόπουλο (Καπετάν Ακαρνάνα), Θόδωρο Πολιτόπουλο και Φώτη Πατσιαλό.[2]

Αμέσως μετά την πληροφορία και την έγκριση της επιχείρησης από τη διοίκηση του 2/39 συντάγματος, το τάγμα έρχεται και καταυλίζεται στο γνωστό μοναστήρι της Μυρτιάς, πιάνοντας θέσεις πάνω στις στροφές του δρόμου, που ενώνει το Αγρίνιο με το Θέρμο.
Δημιουργούνται πέτρινοι αυτοσχέδιοι ημικυκλικοί προμαχώνες και άλλα υποτυπώδη οχυρωματικά έργα, τα οποία καλύπτονται με φρεσκοκομμένα κλαριά, για να μην είναι ορατά από το δρόμο και πραγματοποιούνται δύο ασκήσεις, έτσι ώστε ο κάθε αντάρτης να γνωρίζει ακριβώς τη θέση του.

Επικεφαλής της επιχείρησης ορίζεται ο καπετάν Επαμεινώντας (Βασίλης Σκιαδάς) από τον Άγιο Βλάση, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως υπίλαρχος στο Αλβανικό μέτωπο. Ο Βασίλης Σκιαδάς γεννήθηκε το 1912 στον Άι-Βλάση Τριχωνίδας και τελείωσε την σχολή ιππικού Χαλκίδας. Στο αλβανικό μέτωπο υπηρέτησε σε έφιππη ομάδα αναγνώρισης, που μπήκε πρώτη στην πόλη της Κορυτσάς. Παρασημοφορήθηκε με το αριστείο ανδρείας και προήχθη σε ίλαρχο. Από το 1938 ήταν μέλος του ΚΚΕ και στην Κατοχή βγήκε στο βουνό με τις πρώτες ανταρτομάδες του ΕΛΑΣ με το ψευδώνυμο «Επαμεινώντας». Αργότερα του ανατέθηκε η Διοίκηση του 3ου Τάγματος του 2/39 Συντάγματος που πολέμησε στην μάχη της Αμφιλοχίας, όπου ο ίδιος τραυματίστηκε βαριά.

Λίγο μετά την αποφυλάκισή του το 1946 και με τον εμφύλιο να ξεκινάει, ο Β. Σκιαδάς, προσπάθησε να ξαναβγεί στο βουνό, αλλά σκοτώθηκε σε ενέδρα της Χωροφυλακής μαζί με τον καπετάνιο Αυγούλη. Κάποιος άγνωστος αντάρτης σύντροφός του τον έθαψε στο βουνό Παναιτωλικό.

Το σχέδιο της μάχης μαζί με τον Επαμεινώντα έφτιαξαν, όπως αναφέρει ο Μαραγιάννης, οι Θέρμιοι, Θ. Ζήκος, Γ. Παπαθανασόπουλος και Θ Χαρώνης. Οι τρεις αυτοί μαχητές του Λαϊκού Στρατού αξιοποίησαν τη σημαντική εμπειρία τους, ως αξιωματικός πολυβόλων στο αλβανικό μέτωπο, ο πρώτος, ως σχεδιαστής πολεμικών ασκήσεων το 1935 στο Μεσολόγγι, ο δεύτερος και ως αξιωματικός του πυροβολικού στο μέτωπο της Μακεδονίας, ο τρίτος

Για συνέχεια πατήστε εδώ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το ιδιωτικό και το δημόσιο

Ο τόπος μου;

Οι μεγάλες αλλαγές έρχονται πάντα από τα κάτω